| Το Χαστούκι του Χρήστου Τσιόλκα
γράφει η Αρχοντή Κόρκα
Το πρώτο βιβλίο του Χρήστου Τσιόλκα, «Head On», που κυκλοφόρησε το 1995 (στα ελληνικά, Κατά μέτωπο, εκδόσεις Οξύ, μετ. Γιάννη Πολύζου) ήταν ήδη ένα χαστούκι. Έγινε ταινία από την Άννα Κόκκινος το 1998 (με τίτλο Loaded) και κατάφερε να κάνει τους κριτικούς να μιλούν για την προκλητική γραφή του. Παιδί και ο ίδιος Ελλήνων μεταναστών, ανοιχτά ομοφυλόφιλος και αριστερός, έχει σταθερή και μαχητική παρουσία στα γράμματα της Αυστραλίας.
Με το τελευταίο του βιβλίο, Το Χαστούκι, ο Τσιόλκας επιστρέφει σε ένα αγαπημένο του θέμα: την ανατομία της αυστραλιανής κοινωνίας, όπως αυτή έχει πλέον διαμορφωθεί: πολυπολιτισμικότητα, μεσοαστική τάξη, ανθρώπινες σχέσεις, διαμορφώνουν το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται. Ο Έκτορας, Ελληνοαυστραλός, και η γυναίκα του Αϊσα, Ινδή στην καταγωγή, καλούν τους φίλους τους για μπάρμπεκιου. Εκεί, στην πίσω αυλή του ωραίου τους σπιτιού κάπου στα προάστια, ο Χάρι, ξάδερφος του Έκτορα, χαστουκίζει το παιδί της Ρόζι και του Γκάρι, ενός άλλου ζευγαριού. Οι γονείς του παιδιού που εισέπραξε το χαστούκι κάνουν καταγγελία στην αστυνομία και από κει και πέρα, αρχίζει να τρίζει το οικοδόμημα των «σχέσεων» που με τόσο κόπο είχαν χτίσει και διατηρήσει όλοι τους.
Το χαστούκι φέρνει στην επιφάνεια ένα ηθικό ψευδο (τελικά) δίλημμα: ζευγάρια παραδομένα στην υποκρισία και χωρίς προφανή ηθικό ή άλλο προσανατολισμό, διαφωνούν σε ξένο αχυρώνα για το αν ένα απλό χαστούκι σε ένα καθόλα ενοχλητικό παιδί (το παιδί παρουσιάζεται ως άκρως ενοχλητικό, προβληματικό και δύστροπο) είναι ηθικά ή ποινικά κολάσιμο.
Σιγά-σιγά, ο Τσιόλκας αρχίζει και αποδομεί έως την πλήρη αποσύνθεση το τέλειο ζευγάρι, το τέλειο σπίτι, την ευδαιμονία βασισμένη σε πλάτες άλλων, σε δάνεια και κάρτες. Τα ζευγάρια του Τσιόλκα είναι πρόωρα γερασμένα: οι Ελληνοαυστραλοί άντρες παραμένουν βαθιά συντηρητικοί παρά την φαινομενική απελευθέρωση και ελευθεριότητά τους: περιστασιακή χρήση ναρκωτικών, παράλληλες σχέσεις, αλλά πάντα γυρνάνε στην οικογενειακή εστία, ενώ οι γυναίκες τους, που δεν είναι Ελληνίδες, μοιάζουν να είναι καταδικασμένες να τους υπηρετούν σε όλους τους τομείς. Δεν υπάρχει πρόοδος, μοιάζει να λέει ο Τσιόλκας. Ουσιαστικά ζούμε μια πιο ιλουστρασιόν εκδοχή του συντηρητισμού του 1960. Το περιτύλιγμα άλλαξε, αλλά η ουσία μάλλον όχι.
Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε οχτώ μέρη, σε καθένα από τα οποία κύριος αφηγητής είναι ένας από τους πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες (4 γυναίκες και 4 άντρες). Αυτή η πολυφωνία, που χαρίζει διαφορετικές οπτικές, δίνει ρυθμό, ζωντάνια και ένταση στην αφήγηση. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα κεφάλαια είναι εκείνο με ήρωα τον Μανώλη, πατέρα του Έκτορα. Ο Μανώλης προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τη νέα τάξη πραγμάτων αλλά δεν γοητεύεται από την ευμάρεια που διατυμπανίζει ο γιος του, γιατί ξέρει τι κρύβεται από πίσω: μια σειρά συμβιβασμών και υποχωρήσεων, που δεν διαφέρουν από αυτούς που έκανε και ο ίδιος για να διατηρήσει τον δικό του γάμο.
Η μητέρα του παιδιού που έφαγε το χαστούκι είναι μια υπερπροστατευτική -σε βαθμό ανθυγιεινό- μάνα, που επιμένει να θηλάζει τον Χιούγκο παρόλο είναι σχεδόν 4 ετών, φέρνοντας σε δύσκολη θέση τόσο τον άντρα της (έναν ημι-άνεργο αλκοολικό) όσο και τον περίγυρό της, που δεν της λέει, όμως, τίποτα. Η Ρόζι ενσαρκώνει τους γονείς που γαντζώνονται απελπισμένα από τα παιδιά τους, θέλοντας να τα κρατήσουν για πάντα παιδιά, ώστε να υπάρχει κάποιος πάντα που θα τους έχει ανάγκη και που άρα, θα μπορούν να ελέγχουν, όταν δεν μπορούν να ελέγξουν τίποτα άλλο στη ζωή τους. Όταν καταλαγιάσει η αναστάτωση που επέφερε το χαστούκι και η καταγγελία της Ρόζι προς τον Χάρι δεν έχει αποτέλεσμα γιατί εκείνος αθώωνεται, όλοι θα προσπαθήσουν να γυρίσουν στη ζωή τους, αλλά δεν θα είναι πια ίδιοι.
Το Χαστούκι κέρδισε πολλά βραβεία στην Αυστραλία αλλά και στην Ευρώπη, ενώ τα κατάφερε μέχρι τη μακρά λίστα του διάσημου βραβείου Booker. Δίχασε την επιτροπή του βραβείου και κατηγορήθηκε για μισογυνισμό, άκρατο κυνισμό, χυδαία γλώσσα. Είναι αλήθεια ότι ο Τσιόλκας δεν ενδιαφέρεται να ωραιοποιήσει ούτε τη γλώσσα που χρησιμοποιεί ούτε τις καταστάσεις που περιγράφει – δεν το έκανε ποτέ. Δεν του ξεφεύγει η κρίση στις σχέσεις των δύο φύλων, ο συντηρητισμός κρυμμένος πίσω από τον προοδευτισμό, ο υποφώσκων ρατσισμός που δεν εξαλείφεται παρά τις δεκαετίες αφομοίωσης μεταναστών (η Ελληνίδα μάνα του Έκτορα που δεν λέει ούτε το όνομα της Ινδής νύφης της).
Είναι ένα ιδιαίτερα ευκολοδιάβαστο βιβλίο (παρά τα μικρά μεταφραστικά ολισθήματα, αναπόφευκτα σε ένα βιβλίο 650 σελίδων), με γρήγορους ρυθμούς, έξυπνο εύρημα, ενδιαφέροντες χαρακτήρες. Είναι μια άλλη ματιά, μια ματιά χωρίς εξωραϊσμούς. Ίσως, όμως, να μην είναι τόσο «ριζοσπαστικό» όσο θα ήθελε. Δεν αρκεί η «προχωρημένη» γλώσσα, τα ναρκωτικά, η απελπισία και οι ωμές περιγραφές του σεξ για να ταράξουν και να προβληματίσουν για την «κατάσταση των πραγμάτων». Ο Τσιόλκας περισσότερο καταδεικνύει, επισημαίνει παρά αναλύει ή ερμηνεύει. Ίσως δεν λέει κάτι που δεν γνωρίζουμε ήδη για την «τακτοποιημένη» και «ευκατάστατη» ζωή της μεσοαστικής τάξης, που δεν διαφέρει πολύ από την ελληνική. Και αυτή η αλήθεια του, καθώς τολμά να μιλήσει για όσα θέλει, ίσως να είναι αρκετά «προχωρημένη» από μόνη της.
Χρήστος Τσιόλκας
Το Χαστούκι
Μετάφραση: Βασίλης Κιμούλης
Εκδόσεις Ωκεανίδα
|
| Αρχοντή Κόρκα arhondikorka@critique.gr |
Mια Λέσχη όπου μπορούν να πάρουν μέρος όσοι αγαπούν το διάβασμα βιβλίων και θέλουν να μοιραστούν τη συγκίνηση, τον προβληματισμό, ή ακόμα μερικές φορές και τη δυσαρέσκεια που ένιωσαν από ένα βιβλίο, με άλλους ανθρώπους.
Κυριακή 12 Ιουλίου 2015
ΤΟ ΧΑΣΤΟΥΚΙ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου